- δατίσκη
- (datisca).Γένος φυτών της οικογένειας των δατισκιδών, που περιλαμβάνει μόνο δύο είδη, ένα ιθαγενές της νοτιοανατολικές Ευρώπης και της δυτικής Ασίας και ένα των ΗΠΑ (Καλιφόρνια και Τέξας). Στο πρώτο είδος ανήκει η δ. η καννάβινος κάνναβις της Κρήτης,που μοιάζει αρκετά με την κάνναβη. Στη χώρα μας συναντάται μόνο στην Κρήτη, κοντά στις όχθες των ποταμών· είναι πολυετής πόα, με ύψος έως 1 μ. Το αφέψημα των φύλλων της δίνει ωραίο κίτρινο χρώμα που χρησιμοποιείται στη βαφική. Ο βλαστός της με κατάλληλη κατεργασία δίνει αρκετά καλής ποιότητας κλωστικές ίνες και η ρίζα της έχει φαρμακευτικές ιδιότητες. Η δ. είναι φυτό πολύ ανθεκτικό και μπορεί ακίνδυνα να αντιμετωπίσει τις δύσκολες κλιματολογικές συνθήκες που παρουσιάζει ο ευρωπαϊκός χειμώνας.
Dictionary of Greek. 2013.